Από σήμερα και όσο το επιτρέπουν οι συνθήκες, η Συνέλευση θα συναντιέται και πάλι στο Πάρκο της Κύπρου και Πατησίων μετά την επεισοδιακή λήξη της προβληματικής φιλοξενίας της στην κατάληψη της Πάτμου και Καραβία.
Κανένα σημείο επικοινωνίας δεν βρέθηκε, όχι βέβαια γιατί δεν μπορούσε να υπάρχει πράγμα που θα ήταν παράδοξο ανάμεσα σε έναν ανοιχτό αυτοδιαχειριζόμενο χώρο και μια αυτοργανωμένη τοπική συνέλευση, αλλά γιατί όπως γινόταν εξαρχής υπήρχαν άτομα που δεν ήθελαν με τίποτα να υπάρξει κάτι τέτοιο μη αφήνοντας με τη γνωστή από καιρό προκλητική και προσβλητική συμπεριφορά τους κανένα περιθώριο για συζήτηση στη συνέλευση που συναντηθήκαμε.
Όπως λέει η παροιμία είδε ο τρελός τον μεθυσμένο και φοβήθηκε, και σε ό,τι μας αφορά πηγαίνοντας πριν λίγους μήνες στην Πάτμου και Καραβία, τους πετύχαμε και τους δυο μαζί απέναντί μας! Βρισκόμενοι σε πλήρη αμηχανία μπροστά στην παράλογα επιθετική συμπεριφορά μιας κυρίας που εκφραζόταν με ασυνήθιστο μένος εναντίον μας -μολονότι δεν τη γνωρίζαμε-, αλλά και τα συνεχή κακοήθη σχόλια ενός κυρίου που σχεδόν ποτέ δεν τον συναντήσαμε νηφάλιο, προτιμήσαμε να μην δίνουμε σημασία βλέποντάς τους μάλλον ως γραφικότητες του χώρου. Παρότι με τη σιωπηρή στάση μας τα χειρότερα αποτρέπονταν, δεν άλλαζε όμως η ενοχλητική αυτή κατάσταση που προκαλούσε απωθητικά συναισθήματα και μείωνε όλο και περισσότερο τη διάθεση αρκετών μελών μας να πηγαίνουν σε αυτό το χώρο για τη συνέλευση μας.
Θεωρούσαμε πάντως ότι υπάρχουν και σοβαρότεροι άνθρωποι εκεί και έτσι, όσοι δεν είχαν χάσει ακόμα κάθε διάθεση πήγαν στην πρώτη, από όσο γνωρίζουμε, συνέλευση που έγινε μετά από μήνες σε εκείνο το χώρο. Όπως καταλάβαμε σύντομα η συνέλευση αυτή δεν είχε κανένα άλλο πραγματικό αντικείμενο συζήτησης πέραν της δικής μας συνέλευσης που φιλοξενούνταν εκεί κι όπως αποδείχτηκε τελικά οι γραφικές περιπτώσεις όχι μόνο είχαν κατοχυρώσει δικαιωματικά την απαράδεκτη συμπεριφορά τους ως απόλυτα φυσιολογική, αλλά έδιναν και τον τόνο σε αυτή την υποτιθέμενη συζήτηση. Η μεν κυρία φώναζε συνέχεια, διέκοπτε τους πάντες, έλεγε ασύστολα ψέματα και μας προκαλούσε διαρκώς ώστε να μην μπορεί να συζητηθεί πραγματικά τίποτα αποκαλύπτοντας τελικά ότι πέραν της γενικότερης κατάστασης στην οποία βρισκόταν το πρόβλημα της ήταν η μακροχρόνια δράση μας στο πάρκο της Κύπρου! Ο δε κύριος που του δώσαμε επιτέλους κάποια σημασία και καθίσαμε να ακούσουμε τι έχει να πει, αφού καμάρωσε για τις μέχρι τότε κακοήθειες του σε βάρος μας, άρχισε να βγάζει ένα σοβαροφανές λογίδριο περί διαδραστικότητας διανθισμένο με προσβλητικές αναφορές σε βάρος μας. Αντιλαμβανόμενοι ότι ως συνήθως ο άνθρωπος είναι σε κατάσταση μέθης και μη αντέχοντας πια να ακούμε συγκαταβατικά τιποτολογίες και προσβολές από τον κάθε ανύπαρκτο, σηκωθήκαμε και φύγαμε επιτόπου δεδομένου ότι κάθε δυνατότητα συζήτησης είχε εξανεμιστεί και αυτό στο οποίο βρισκόμασταν δεν ήταν συνέλευση αλλά κάτι άλλο που είχε σχέση με την ανάγκη ορισμένων ατόμων να εκδηλώσουν την εχθροπάθεια και τα απωθημένα τους. Προτιμήσαμε να αφήσουμε πίσω μας αυτή τη δηλητηριασμένη από την εμπάθεια ατμόσφαιρα και να βγούμε στον καθαρό αέρα.
Και επειδή αρκετά είπε ο σημαιοφόρος της διαδραστικότητας αφαιρώντας της κάθε νόημα πρέπει να πούμε ότι η διάδραση προϋποθέτει καταρχάς δυο δρώντα υποκείμενα και στην περίπτωση για την οποία μιλάμε δεν αντιληφθήκαμε κάποια άλλη δράση πέραν της ενασχόλησής του με το αλκοόλ. Το να κάνουμε παρέα μοιραζόμενοι αυτή τη "δράση" για εμάς δεν θα ήταν ακριβώς διαδραστικό αλλά παρακμιακό. Δεν βρέθηκε κανείς ανάμεσα μας πρόθυμος να το κάνει και δεν θα μπορούσαμε να υποχρεώσουμε κανέναν. Διαδραστικό θα ήταν ίσως να καθόμασταν να απαντάμε κάθε φορά στα εξυπνακίστικα σχόλια του ενός και του άλλου σε μέλη της συνέλευσής μας, πράγμα το οποίο όμως αποφύγαμε.
Στο διάστημα πάντως των λίγων μηνών που φιλοξενηθήκαμε εκεί, η συνέλευση μας διοργάνωσε μόνη ή από κοινού με άλλες συλλογικότητες αγώνα πολλές εκδηλώσεις και κινητοποιήσεις στην περιοχή (για τους ελεύθερους χώρους, αντιφασιστικές, ενάντια στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας κ.ά.) όπου δεν θυμάται κανείς να εμφανίσθηκε ποτέ ο κήρυξ της διαδραστικότητας με την παρέα του. Αυτό που θυμόμαστε είναι να ρωτούν τα μέλη μας για τα πολιτικά τους φρονήματα, να ειρωνεύονται με χαζομάρες τον αγώνα τους, να λένε σε όποιον ερχόταν για τη Συνέλευση Αντίστασης και Αλληλεγγύης ότι δεν γινόταν καμιά τέτοια συνέλευση εκεί, να ρωτούν αν βάλαμε στη θέση τους τις καρέκλες και τα τραπέζια, να ψεύδονται ότι δεν υπάρχει άδειος χώρος για να γίνει η συνέλευσή μας, να ρωτάει ο ένας τον άλλον δήθεν αν πληρώσαμε τον καφέ που πήραμε, και άλλα τέτοια απερίγραπτα, γελοία και μικροπρεπή.
Θεωρώντας ωστόσο ότι υπάρχουν και σοβαρότερες στάσεις απ' αυτές που ήδη είχαμε διαπιστώσει με έκπληξη και απορία μας, όσοι από εμάς διατηρούσαν τη διάθεση να εξαντλήσουν τις πιθανές δυνατότητες συζήτησης ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα για τη συμμετοχή μας στη συνέλευση που έγινε πρόσφατα μετά από καιρό στον χώρο. Η συνέλευση ξεκίνησε με μια εισήγηση από μέρους ενός μέλους του κατειλημμένου χώρου, η οποία έθετε τα ζητήματα με βάση το πλαίσιο λειτουργίας του χώρου και αποτελούσε όντως πραγματικό έδαφος συζήτησης. Αλλά προφανώς δεν θεωρήθηκε από κάποιο άλλο μέλος ικανοποιητική και αρκούντως επιθετική οπότε αμέσως μετά και πριν προλάβουμε να μιλήσουμε εμείς για λογαριασμό μας ακολούθησε μια άλλη τοποθέτηση πλήρους διαστρέβλωσης της στάσης και των πεπραγμένων της συνέλευσης μας απέναντι στο χώρο. Ο εν λόγω ομιλητής δεν αρκέστηκε να λέει την άποψή του και να μας ερμηνεύει κατά πως νόμιζε, βρισκόμενος σε κατάσταση σύγχυσης κι αδυνατώντας να καταλάβει που απευθυνόταν, αλλά προχωρούσε και παρακάτω μεταφέροντας -υποτίθεται- τα λόγια μας εμφανίζοντας μας να μιλάμε με μισόλογα κι υπεκφυγές έχοντας προφανώς κάποιους σκοτεινούς κι άδηλους σκοπούς για το χώρο του. Πέρα από τον περίεργο τρόπο του να τοποθετείται μεταφέροντας ο ίδιος κι εξηγώντας για λογαριασμό μας τι υποτίθεται πως λέγαμε και κάναμε, ενώ ήμασταν παρόντες και μπορούσαμε να το κάνουμε αυθεντικότερα και χωρίς διαστρεβλώσεις ή παρανοήσεις εμείς οι ίδιοι, καταλάβαμε πάντως ποιο ήταν το βασικό πρόβλημα του ομιλητή που μάλλον δεν ήταν και αποκλειστικά δικό του. Αναρωτήθηκε λοιπόν, είτε υποκρινόμενος είτε γιατί όντως δεν ήξερε τι του γίνεται, από πού κι ως που βάζουμε στις αφίσες με τα καλέσματά μας την υπογραφή της κατάληψής τους! Πρόσθεσε ακόμη ότι ανάμεσά μας υπάρχουν ύποπτα άτομα και ότι επιπλέον αυτών είχαμε και το θράσος να του ζητήσουμε και το κλειδί του χώρου!
Η αλήθεια σε σχέση με αυτά που λέγονταν και κυρίως υπονοούνταν σε αυτή την παιδαριώδη αλλά αποκαλυπτική τοποθέτηση με τα περί υπόπτων, είτε λόγω τρικυμίας εν κρανίω κι ανικανότητας στοιχειώδους ανάγνωσης της πραγματικότητας, είτε από σκοπιμότητα για να δημιουργούνται εντυπώσεις, είναι απλή. Κατά πρώτον μιλώντας για θράσος, θρασύτητα απύθμενη είναι το να πετάει κανείς σε μια συνέλευση κατηγορίες περί υπόπτων χωρίς να μπορεί να εξηγήσει ούτε ποιοι είναι αυτοί ούτε για ποιο λόγο είναι ύποπτοι. Η φοβία οδηγεί σε αμετροέπεια και παραλογισμούς. Κατά δεύτερον, εννοείται πως δεν υπογράψαμε ποτέ τα εβδομαδιαία καλέσματα της Συνέλευσής μας στο χώρο που φιλοξενούνταν, ούτε βέβαια και θα είχε κάποιο νόημα να το κάνουμε, με άλλο όνομα από το δικό της. Επιπροσθέτως την άδεια να αναφέρουμε το χώρο φιλοξενίας της εβδομαδιαίας συνέλευσής μας κάθε Τετάρτη απόγευμα την έδωσαν οι ίδιοι, αφού αυτό ακριβώς τους είχαμε ζητήσει. Όπως είχε εξηγηθεί από την πρώτη στιγμή η Συνέλευσή μας είναι ανοιχτή και δημόσια, και τέτοια είναι μόνο όταν είναι ανακοινωμένη οπότε είναι απολύτως απαραίτητο σε μας να μπορούμε να τη δημοσιοποιούμε. Γι' αυτό άλλωστε και ζητήσαμε τη φιλοξενία στο χώρο τους που κατά τα λεγόμενα των ίδιων είναι ανοιχτός και δημόσιος. Αν ήμασταν μια κλειστή συλλογικότητα και θέλαμε απλώς ένα χώρο να μιλάμε, θα πηγαίναμε σ' έναν ιδιωτικό χώρο, σπίτι ή καφενείο. Έχουμε σπίτια και δεν πήγαμε στην Πάτμου για να μας κουνάει ο κάθε κακοήθης τα κλειδιά της γκαρσονιέρας του για να παραστήσει τον πονηρό. Έτσι λοιπόν από την πρώτη κιόλας στιγμή, αφότου δέχτηκαν τελικά την αίτησή μας για φιλοξενία, ανακοινώναμε πάντα την επόμενη συνέλευσή μας αναφέροντας το χώρο που φιλοξενούνταν. Σε ορισμένες περιπτώσεις με θέμα συζήτησης την οργάνωση συγκεκριμένων κινήσεων (όπως δράσεις για τα πέντε χρόνια του αγώνα στο Πάρκο της Κύπρου και την αποκατάσταση της υδροδότησής του ή κινητοποιήσεις ενάντια στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας) και για την ευρύτερη απεύθυνση του καλέσματος, η δημοσιοποίηση του γινόταν και με αφισάκια στην περιοχή. Σε αυτά τα καλέσματα προσκαλούνταν άλλωστε κι οι ίδιοι. Προς τι λοιπόν η εκ των υστέρων διαμαρτυρία για κάτι το οποίο γνώριζαν και το ψεύδος ότι υπογράφαμε δήθεν με το όνομα του χώρου τους;
Το πρόβλημα παρουσιάστηκε αργότερα, κατά πάσα πιθανότητα μετά την επίσκεψη της αστυνομίας στο χώρο η οποία, όπως μάθαμε αργότερα, ρωτούσε αν γίνεται εκεί η συνέλευση μας ενάντια στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας και αυτοί από τα παρευρισκόμενα μέλη του χώρου που απάντησαν είπαν όχι! Όχι έλεγαν στο εξής, όπως επίσης μάθαμε εκ των υστέρων, και σε όποιον άνθρωπο ερχόταν να μας βρει στην Πάτμου, δεν γινόταν καμιά συνέλευσή μας στο χώρο τους! Το πρόβλημα λοιπόν δεν ήταν κάποια δική μας αυθαιρεσία αφού δεν κάναμε τίποτα περισσότερο από αυτό που είχαμε πει εξαρχής -καλούσαμε τη συνέλευσή μας με την υπογραφή μας αναφέροντας τον χώρο που γινόταν-, αλλά ότι οι ίδιοι για δικούς τους λόγους ήθελαν να αρνούνται ότι γινόταν η συνέλευση μας εκεί την ίδια ακριβώς στιγμή που γινόταν δίπλα τους και ενώ καλούνταν τακτικά κάθε εβδομάδα για μήνες!
Και ας πάμε και στο ότι ζητήσαμε το κλειδί! Τι το παράδοξο και το ύποπτο, αφού συνεχώς μας το ζητούσαν και αποφασίσαμε να τους βοηθήσουμε κρατώντας την κουζίνα και όλη τη βάρδια του χώρου την ημέρα της συνέλευσης μας, που ζητήσαμε το κλειδί; Δεν ήμασταν σε θέση να ξέρουμε αν τυχόν είχαν αλλάξει γνώμη γιατί ενδεχομένως φοβόνταν ή να ψυχανεμιζόμαστε τι πιθανόν τους ανησυχούσε για να μην το ζητήσουμε. Αφού έδειξαν ότι δεν ήθελαν να μας το δώσουν εμείς δεν είχαμε κανέναν λόγο για να επιμείνουμε, απλώς περιμέναμε πότε θα κάνουν καμιά συνέλευση ώστε να το θέσουμε και συνεχίσαμε όπως πριν. Και ευτυχώς γιατί αν αναλογιστούμε τι βλακείες και συκοφαντίες ακούσαμε από ορισμένους εκεί, αν είχαμε αναλάβει και τη βαρδια δεν το είχαν σε τίποτα να μας κατηγορήσουν ότι το κάναμε για να πιούμε τις μπύρες ή να αρπάξουμε το ταμείο. Τυχεροί είμαστε επίσης που δεν προλάβαμε τελικά να κάνουμε κάποια από τις εκδηλώσεις μας εκεί, όπως τους είχαμε πει εξαρχής όταν ζητήσαμε τη φιλοξενία τους, γιατί εκτός του ότι θα μας έλεγαν ότι αυθαιρετήσαμε γράφοντας σε ποιο χώρο θα γινόταν η εκδήλωσή μας, θα αισθάνονταν εκτεθειμένοι σε μύριους κινδύνους αφού σίγουρα και όντας ύποπτοι θα την κάναμε με κακούς σκοπούς! Και όσον αφορά ένα επιπλέον αμάρτημα που μας καταλογίστηκε, το πρώτο κιόλας που κάναμε πριν ακόμα φιλοξενηθούμε σε αυτό το χώρο, ήταν που ζητήσαμε από τη συνέλευσή του να απαντήσει με μέιλ στην αίτησή μας. Βαρύτατο κι αυτό και γιατί όχι ύποπτο, όπως το να καλούμε μια συνέλευση και να αναφέρουμε σε ποιο χώρο γίνεται! Ωστόσο, όταν μια συνέλευση ζητάει από μια άλλη τη φιλοξενία στο χώρο της αντί μιας καθαρής και κατανοητής απάντησης εισπράττει, αναλόγως και ποιο άτομο απαντάει κάθε φορά, ένα ναι μεν αλλά όχι, γιατί υπάρχουν και πολύ έντονες αντιρρήσεις, τότε με ποιο τρόπο θα μάθει επιτέλους την απάντηση; Έτσι λοιπόν κι αφού δεν είχαμε πάρει καμιά άλλη απάντηση πέρα από το ότι υπάρχουν από κάποιους έντονες αντιρρήσεις χωρίς να μας διευκρινίζεται ποιες ήταν αυτές, ζητήσαμε από τη συνέλευση, για να μην προσπαθούμε να καταλάβουμε από το τι λέει ο ένας και ο άλλος ατομικά, να μας δώσει μια συλλογική, γραπτή θέση (για να μην πάμε φιλοξενούμενοι από ορισμένους κι ανεπιθύμητοι από άλλους) με τους λόγους που παρεμπόδιζαν τη φιλοξενία της συνέλευσής μας στο χώρο τους. Και τότε μας ήρθε γραπτώς μια θετική απάντηση πράγμα που μας εξέπληξε λόγω των αντιρρήσεων που υπήρχαν χωρίς να καταλαβαίνουμε ποιες ήταν αυτές. Εάν ήταν εξαρχής θετική, δεν θα είχαμε κανένα λόγο να ζητάμε μια γραπτή απάντηση στο αίτημά μας, αλλά δεν ήταν και δεν καταλαβαίνουμε τι διάολο μπορεί να μας καταλογίσει ο οποιοσδήποτε για το ότι ζητήσαμε να μας πει για ποιο λόγο αρνούνταν τη φιλοξενία μια τοπικής συνέλευσης σε ένα ανοιχτό κατειλημμένο δημόσιο χώρο. Δεν είναι λοιπόν εξαιτίας εκείνης της γραπτής απάντησης που ζητούσαμε ότι δεν θα έπρεπε να δεχτούν τη φιλοξενία μας -όπως ειπώθηκε παραπειστικά-, αλλά αντιθέτως ήταν εξαιτίας της άρνησής τους τότε (ορισμένων τουλάχιστον) που ζητήσαμε να μάθουμε τους λόγους. Δεν μας τους είπαν, αλλά είδαμε στην πορεία με τι είχαμε να κάνουμε και καταλάβαμε από μόνοι μας.
Τέλος, να υπογραμμίσουμε ότι δεν είναι στα ενδιαφέροντα να ασχοληθούμε ως συνέλευση με οποιαδήποτε ευρύτερη κριτική του α ή β κατειλημμένου χώρου ως τέτοιου στο σύνολό του, κι ότι μιλάμε μόνο στο μέτρο των όσων μας αφορούν απ' όσα είδαμε εκεί που βρεθήκαμε φιλοξενούμενοι για λίγους μήνες, ένα τρίωρο-τετράωρο την εβδομάδα. Και επειδή δεν θα θέλαμε να αδικήσουμε κανέναν τσουβαλιάζοντας τους πάντες σε καταστάσεις που σίγουρα δεν μετείχαν όλοι θέλουμε να ευχαριστήσουμε για τη φιλοξενία μας εκείνα τα πρόσωπα καταληψίες ή θαμώνες του χώρου που μας είδαν χωρίς προκατάληψη, φοβίες και καχυποψία και ειδικότερα εκείνους που μέσα στη δηλητηριασμένη ατμόσφαιρα της συνέλευσης όπου συναντηθήκαμε επέδειξαν σοβαρότητα, σεβασμό κι ευπρέπεια απέναντι μας προσπαθώντας κι αυτοί από τη μεριά τους, έστω κι αν αυτό δεν στάθηκε δυνατόν εξαιτίας μερικών άλλων, να τεθούν και να συζητηθούν τα ζητήματα με έναν στοιχειωδώς γόνιμο κι αξιοπρεπή τρόπο, ώστε να λύσουμε τις τυχόν παρεξηγήσεις και να δούμε που συμφωνούμε και που διαφωνούμε πραγματικά. Η οριακή τελικά αγανάκτηση και η αποχώρησή μας απ' αυτήν την ανεκδιήγητη συνέλευση μπορεί ίσως να αδίκησε την προσπάθειά τους να επικοινωνήσουμε, αλλά δεν είχε να κάνει με αυτούς. Αφού εξαντλήθηκαν και τα τελευταία αποθέματα διαθεσιμότητας που διατηρούσαν ακόμη μερικοί από εμάς, κατέληξαν κι αυτοί ότι η κατάσταση ήταν πια ανυπόφορη. Το μη χείρον βέλτιστον, και το χείριστο για τη συνέλευσή μας θα ήταν η παράταση της φιλοξενίας της μέσα σε αυτό το απαράδεκτο περιβάλλον που διαμόρφωναν ορισμένα άτομα φοβικά, εμπαθή και κακοήθη.
Ως συλλογικότητα αγώνα ζητήσαμε φιλοξενία στα πλαίσια της αλληλεγγύης εξαιτίας των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η συνέλευσή μας (προβλήματα που αφορούν τις καιρικές συνθήκες, την ασφάλεια και το θόρυβο) σε έναν ανοιχτό εκτεθειμένο χώρο δίπλα στην Πατησίων. Ωστόσο, δεν έχει νόημα η φιλοξενία στο χώρο που απευθυνθήκαμε εφόσον το τίμημα για την επίλυση των προβλημάτων μας στην Κύπρου ήταν να βρεθούμε απέναντι σε ένα κατά πολύ χειρότερο πρόβλημα στην Πάτμου.
Από σήμερα λοιπόν οι τακτικές συναντήσεις μας, και όσο το επιτρέπουν οι συνθήκες, θα γίνονται και πάλι στο Πάρκο Κύπρου και Πατησίων, κάθε Τετάρτη, 6:30 μ.μ.
Τετάρτη 15 Οκτώβρη 2014
Συνέλευση Αντίστασης και Αλληλεγγύης Κυψέλης/Πατησίων