Στις 6 Ιούνη
δικάζεται σε δεύτερο βαθμό η συναγωνίστρια Λ. Σοφιανού και δύο ακόμα διαδηλωτές
που συνελήφθησαν σε απεργιακή πορεία τον Φλεβάρη του 2011.
Στις 24
Γενάρη 2018 ύστερα από επτά χρόνια αναβολών και διακοπών, ολοκληρώθηκε η δίκη -σε
πρώτο βαθμό- με επιβολή ποινών 9 μήνες για τη συντρόφισσά μας και έναν ακόμα κατηγορούμενο
και 2 χρόνια και 3 μήνες για τον τρίτο. Και στους τρεις, οι οποίοι είχαν
συλληφθεί σε διαφορετικά σημεία της διαδήλωσης, αποδόθηκαν παρόμοιες
κατηγορίες όπως αυτές που «καρμπόν» αποδίδονται σε διαδηλωτές, μετά από την
καταστολή απεργιακών κινητοποιήσεων (διατάραξη κοινής ειρήνης, απόπειρα
πρόκλησης σωματικής βλάβης, αντίσταση). Τη σκυτάλη από τους κατασταλτικούς
μηχανισμούς του κράτους -που αναλαμβάνουν τη διάλυση διαδηλώσεων με επιθέσεις
στα μπλοκ, αθρόα χρήση χημικών, ξυλοδαρμούς και συλλήψεις-, παίρνει η δικαστική
εξουσία, παραπέμποντας εν τέλει σε δίκες όσους συλλαμβάνονται, με
κατασκευασμένα κατηγορητήρια. Με αυτόν τον τρόπο το κράτος θέτει δεκάδες
αγωνιστές σε συνθήκη ομηρίας και ταυτόχρονα επιχειρεί να στείλει ένα μήνυμα
τρομοκράτησης και να αποθαρρύνει συνολικά όσους αγωνίζονται.
Η δίκη
διεξήχθη σε ένα κλίμα που άγγιζε τα όρια του παράλογου, με τους μπάτσους
μάρτυρες κατηγορίας, αρχικά να μην είναι σε θέση να απαντήσουν οτιδήποτε,
λέγοντας «δεν θυμάμαι, ποια διαδήλωση ήταν, έχουν περάσει πολλά χρόνια», στη
συνέχεια να υποβοηθούνται από την έδρα η οποία τους διάβαζε τις καταθέσεις
τους, και τελικά να διανθίζουν με διάφορες ευφάνταστες λεπτομέρειες που
στερούνταν κάθε λογικής το σενάριο που τους είχε αρχικά υποδειχθεί από την
ασφάλεια ώστε να στηθεί το κατηγορητήριο. Ο μάρτυρας κατηγορίας που κατέθεσε σε
βάρος της συντρόφισσας και δεν δίστασε να πει στο δικαστήριο ότι «θα την
ξάπλωνα κάτω με μια μπουνιά αλλά δεν το έκανα» ήταν επικεφαλής της ομάδας Δέλτα
που επανειλημμένα, το διάστημα 2010 - 2011, είχε κατηγορηθεί για άγριους
ξυλοδαρμούς διαδηλωτών (και συγκεκριμένα για δύο τουλάχιστον περιπτώσεις που
έφτασαν μέχρι τις δικαστικές αίθουσες ο ξυλοδαρμός αφορούσε γυναίκες).
Τελικά η έδρα
έβγαλε καταδικαστική απόφαση, παρά τον εμφανή σουρεαλισμό των καταθέσεων των
μπάτσων και τις αντιφάσεις που αναδείχθηκαν μέσα από τις ερωτήσεις και την
αγόρευση των δικηγόρων, και αφού αγνόησε παντελώς τους συντρόφους μάρτυρες
υπεράσπισης, τους αυτόπτες μάρτυρες και τις απολογίες των ίδιων των
κατηγορούμενων που αντέκρουαν το κατασκευασμένο κατηγορητήριο. Είναι ενδεικτική
η δήλωση ενός ένστολου μάρτυρα κατηγορίας: «αυτοί δεν ήταν διαδηλωτές, ήταν
αντιεξουσιαστές», με την οποία φάνηκε να ταυτίζεται η εισαγγελέας· κλείνοντας
την αγόρευσή της είπε χαρακτηριστικά πως «αρκεί κάποιος να συμμετέχει σε
διαδήλωση όπου πλήθος ενεργεί αξιόποινες πράξεις, για να κριθεί ένοχος». Μια
θέση που στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα πως, όποιος αγωνίζεται συλλογικά και μαχητικά
ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση και υπερασπίζεται δημόσια τη θέση
του, βρίσκεται ανά πάσα στιγμή στο στόχαστρο των κατασταλτικών και δικαστικών
μηχανισμών του κράτους.
Η πορεία της
23ης Φλεβάρη ήταν μια από τις πολλές μαζικές απεργιακές διαδηλώσεις εκείνης της
περιόδου ενάντια στη λυσσαλέα αντικοινωνική επίθεση του κράτους και
αφεντικών απέναντι στα πληβειακά στρώματα της κοινωνίας, με την συνεχή ψήφιση
νέων μέτρων και την επιβολή ολοένα και σκληρότερων όρων εκμετάλλευσης και
καταπίεσης.
Από το
ξεκίνημά της δέχτηκε σφοδρή καταστολή: η αθρόα χρήση χημικών, οι συνεχείς
επιθέσεις σε μπλοκ διαδηλωτών, οι ξυλοδαρμοί, οι προσαγωγές και οι συλλήψεις
είχαν στόχο να εμποδίσουν τη συγκροτημένη μαζική παρουσία διαδηλωτών στην
πλατεία Συντάγματος, μπροστά στο κοινοβούλιο. Ανάμεσα στα μπλοκ που
χτυπήθηκαν ήταν και αυτό της Συνέλευσης Αντίστασης και Αλληλεγγύης Κυψέλης /
Πατησίων, με αποτέλεσμα να συλληφθεί η Λ. Σοφιανού από Δελτάδες που τη
χτύπησαν και προσπάθησαν να της φορτώσουν μια τσάντα με μολότοφ που είχαν βρει
παρατημένη στο δρόμο. Οι κατηγορίες που της αποδόθηκαν αρχικά -σε βαθμό
κακουργήματος- ήταν διατάραξη κοινής ειρήνης και αντίσταση κατά της αρχής με
καλυμμένα χαρακτηριστικά (με βάση τον κουκουλονόμο), απόπειρα απρόκλητης
σωματικής βλάβης σε έναν μπάτσο της ομάδας Δέλτα, καθώς επίσης παράνομη οπλοφορία
και οπλοκατοχή. Τελικά, αφού ο κουκουλονόμος καταργήθηκε κι οι τελευταίες
κατηγορίες έπεσαν, παραπέμφθηκε σε δίκη για τις τρείς πρώτες σε βαθμό
πλημμελήματος.
Εδώ να
θυμίσουμε ότι λίγους μόλις μήνες αργότερα, στην απεργιακή πορεία της
11ης Μάη 2011 ύστερα από τη δολοφονική επίθεση των ΜΑΤ και τη βίαιη διάλυση για
μια ακόμα φορά πολλών αυτοοργανωμένων μπλοκ (αναρχικών - αντιεξουσιαστών, ταξικών
σωματείων βάσης, συνελεύσεων γειτονιάς) τραυματίστηκε, παρολίγον
θανάσιμα, με χτύπημα στο κεφάλι από πυροσβεστήρα των ΜΑΤ ο συναγωνιστής από τη
συνέλευσή μας Γιάννης Καυκάς, ο οποίος νοσηλεύτηκε στην εντατική για μεγάλο
διάστημα.
Εκατοντάδες
ακόμη αγωνιστές χτυπήθηκαν, προσήχθησαν ή συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια
κοινωνικών συγκρούσεων και απεργιακών διαδηλώσεων ενάντια στα συνεχή μέτρα οικονομικής
λεηλασίας των τελευταίων ετών αλλά και σε αντιφασιστικές και αντιρατσιστικές
κινητοποιήσεις, σε διαδηλώσεις για την επέτειο της δολοφονίας του Α.
Γρηγορόπουλου, σε κινήσεις αλληλεγγύης και αντίστασης στο χτύπημα των
καταλήψεων.
Και φυσικά
την περίοδο που διανύουμε, όσο εντείνονται οι συνθήκες εκμετάλλευσης και
καταπίεσης με την ψήφιση και την εφαρμογή νέων αντεργατικών και αντικοινωνικών
μέτρων και όσο διαλύονται οι αυταπάτες για μια εναλλακτική πολιτική διαχείριση
της εξουσίας, τόσο θα συνεχίσουν να εκδηλώνονται οι κοινωνικές και
ταξικές αντιστάσεις από τα κάτω και να έρχονται αντιμέτωπες με την ωμή κρατική
βία και καταστολή.
Απέναντι στην
καταστολή των αγώνων και στις προσπάθειες τρομοκράτησης του κινήματος με
συλλήψεις και δίκες το όπλο των αγωνιζόμενων ανθρώπων είναι η
αλληλεγγύη!
ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ
ΚΑΙ ΤΑΞΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ
ΔΕΝ
ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ - ΔΕΝ ΚΑΤΑΣΤΕΛΛΟΝΤΑΙ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ
ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΥΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Κάλεσμα
αλληλεγγύης, Τετάρτη 6 Ιούνη 2018, 9 π.μ.,
Εφετείο Αθηνών (αιθ. Δ80Α, 2ος ορ.)
Συνέλευση Αντίστασης και Αλληλεγγύης Κυψέλης / Πατησίων